ΑΝΕΠΙΔΟΤΑ ΜΟΡΣ

Καμίλο Τόρες
ο ύπνος φέρνει όνειρα
κι η θάλασσα φουρτούνες

Από τη συλλογή ποιημάτων
Ανεπίδοτα Μορς

ΑΝΕΠΙΔΟΤΑ ΜΟΡΣ

Καμίλο Τόρες
ο πόνος, του κενού
είναι ασήκωτος

Από τη συλλογή ποιημάτων
Ανεπίδοτα Μορς

ΑΝΕΠΙΔΟΤΑ ΜΟΡΣ

Καμίλο Τόρες το λυκόφως
το λυκόφως σ΄ έχει βρει
και σύντομα θα πέσει η νύχτα

Από τη συλλογή ποιημάτων 
Ανεπίδοτα Μορς

Ωδή στους Μεγάλους Υποκριτές



Ωδή στους Μεγάλους Υποκριτές


Και πως είναι η αγωνία
που έριξαν στη φυλακή.

Σαν τις σιωπές που μοιάζουν του θανάτου;
Οι σιωπές μοιάζουν του θανάτου;

Τότε τι είναι οι ανάσες,
ανάμεσα στις λέξεις στα ποιήματα.

Η σιωπές στο θέατρο.
Είναι οι ανθρώπινες σιωπές;
Τις έχεις δει στα χέρια των μεγίστων
σαν τον Μπράντο,τον Μακ Κέλλεν.
Του Βεάκη, του Πατσίνο.

Κι ενός μικρού
στο θίασο της Κοντοβάζαινας στο μπουλούκι του ΄52;

Αχ και να μπορούσα να είμαι ένας
και παντού.

Τότες να δεις αν θα μπορούσαν
να φυλακίσουν τα όνειρα.
Και τις σιωπές πως θ΄άφηνα
σαν τον κορυδαλλό στο χιονιά.

Μην γυρεύεις να με δεις.
Ανασαίνω.
Νοιώσε με.

Αν τη ζωή δεν ευχαριστιέσαι
άδικα ξοδεύεις την ανάσα του θεού.
"Η ελευθερία παραιτήθηκε.
Έμαθε πως απλά την ονειρεύτηκες
λέγοντας παραμύθια
στα παιδιά που μεγαλώνουν.."

Από την ποιητική συλλογή
Ανεπίδοτα Μορς, 2010

Με ποίησην, κύριε Φιλέα Φόγκ

"Κανένας στίχος σήμερα
δεν κάνει ανατροπές.
Δεν κατεβάζει μάζες στις σκάλες των θερινών ανάκτορων
ούτε ανεβάζει οπλίτες στα κανόνια του Αβρόρα.
Ίσως οι στίχοι σήμερα φτιάχνουν Οδησσούς
ίσως Σρεμπενίτσες και Βαγδάτες.

Πάντως σαν κάθομαι ξεβράκωτος
στην άσπρη χέστρα
ο στίχος μου φέρνει σφίξιμο στο υπογάστριο
σπασμούς στη ροδέλα του πρωκτού.

Και τέλος
ένα ηχηρό πλατσ.
Μια σταγόνα νερού,
μπλουμ
και μια κουράδα που βυθίζεται γενναία ωσάν Τιτανικός να κόβεται στη μέση.
Η σαν το Ηράκλειον αύτανδρη πηγαίνει.

Αυτός είναι ο στίχος σήμερα αγαπητέ μου
κύριε Φιλέα Φόγκ.

Η γενιά των πενήντα και βάλε.
Κάνε ταξίδι αν μπορείς πλέον σε 80 ημέρες.

Εδώ ο Μπράνσον και δεν τα κατάφερε
Ποτέ.....

Το ποτέ είναι τρομακτική λέξη!"

Ανοικτή επιστολή


ΠΕΙΡΑΙΑΣ, 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2011

Αξιότιμοι φίλοι και φίλες, κύριοι και κυρίες, άγνωστοι και άγνωστες , αναγνώστες και αναγνώστριες,

Πριν από 21 μήνες ο Δημήτρης Λιοσάτος έχασε την μάχη για την ζωή ως συνέπεια ενός τροχαίου ατυχήματος. Λίγες ημέρες πριν καταλήξει και ενώ η κατάσταση της υγείας του λόγω του παραπάνω ατυχήματος ήταν σε πολύ κρίσιμη κατάσταση, συνεπής με όσα του επέβαλε η συνείδηση και ο ευθυτενής πολιτικά τρόπος ζωής του, συμμετείχε ενεργά σε εκδήλωση επίσημου αθλητικού οργάνου προκειμένου να ανατρέψει τη κακή του διοίκηση. Εκούσια πολιτικά ηθική πράξη αυτοθυσίας αφού γνώριζε καλά ότι αυτό θα αποβεί μοιραίο.

Ο Δημήτρης υπήρξε ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Από νωρίς κατανόησε τη σημαντικότητα του σύντομου δρόμου που λέγεται ζωή, με αποτέλεσμα να αφοσιωθεί σε αυτή με όλο το χρόνο και την ενεργητικότητά του, παράγοντας πνευματικό, πολιτικό και πολιτισμικό έργο. Από όπου πέρασε το αποτύπωμα του ήταν και είναι έντονο. «Πολιτισμικά βουλιμικό» τον έχει χαρακτηρίσει ο Δημήτρης Σεβαστάκης στην γιορτή που οργανώθηκε προς τιμή του πρίν από περίπου ένα χρόνο.

Η ευφυΐα του, ο πολιτικός του λόγος, η καθαρότητα της σκέψης του, ο οραματισμός και οι κοινωνικά ανιδιοτελείς φιλοδοξίες του για τον πολιτισμό και τον αθλητισμό, οι αιρετικές του προτάσεις και η αυθάδης στάση του απέναντι στο θέσφατο, το άδικο και το μωρό, αποτελούν πραγματική ανάγκη σήμερα. Σήμερα που η χώρα μας, σε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο βρίσκεται σε τέλμα. Σήμερα όσο πότε άλλοτε, η αλήθεια και η τόλμη στο λόγο και τις πράξεις αποτελούν την ύστατη λύση απέναντι στα αδιέξοδα της μακραίωνης εθνικής κρίσης ταυτότητας και πολιτισμού.

Εμείς, όπως ακολουθεί στη επόμενη παράγραφο, επιλέξαμε τις σύγχρονες τεχνολογίες για να αποτυπώσουμε τον σπερματικό λόγο και τις προτάσεις αλλαγής του Δημήτρη Λιοσάτου. Οργανώσαμε ένα ιστότοπο, σημείο αναφοράς στο έργο και τις ιδέες του προκειμένου να απεικονίσουμε μέρος της διαδρομής του στον αιώνιο χρόνο. Συμπληρωματικά δημιουργήσαμε ένα ιστολόγιο. Συνάμα μεταφορτώσαμε αρχεία με οπτικο-ακουστικό υλικό στο youtube. Επικουρικά εξασφαλίσαμε τη δυνατότητα συμμετοχής των πολιτών «στην αγορά - στο φόρουμ» του λόγου του μέσω του διαδικτυακού λογισμικού κοινωνικής δικτύωσης facebook.
website: http://sites.google.com/site/dimitrisliosatos
blog: http://dimitrisliosatos.blogspot.com
youtube channel http://www.youtube.com/ (Διαθέσιμο στο κανάλι skiesliosatou)
facebook group: http://www.facebook.com/groups/337015002994728/

Όλα αυτά τα αναπτύξαμε στηριζόμενοι σε λογισμικά ανοικτού κώδικα, ανοικτές εφαρμογές και πύλες κοινωνικές δικτύωσης που δεν απαιτούν κόστος για την ανάπτυξη και τη φιλοξενία των περιεχόμενων τους, σημειώνοντας με αυτό το τρόπο ότι η κρίση τούτη δεν απαιτεί χρήματα για να επιλυθεί, παρά μόνο αγαθά κίνητρα και όρεξη για Εργασία.

Σίγουρα υφίστανται πολλοί τρόποι που δύνανται να συμβάλουν στη επίτευξη της κοινωνικής πολιτικής και πολιτισμικής αφύπνισης. Πιστεύουμε ότι οι τίμιοι, πρωτοποριακοί και αιρετικοί λόγοι σαν του Δημήτρη και η μελέτη τους, θα επιταχύνουν την επαναδιαμόρρφωση και ενδυνάμωση της άποψης μας και την ενίσχυση της πράξης μας για αλλαγή του τρόπου του «κοινωνείν» και του «πολιτεύεσθαι».

Σας προσκαλούμε να συμμετέχετε σε αυτή την διαδραστική επικοινωνία και μελέτη έχοντάς τη πίστη ότι για όλους μας θα προκύψουν μόνο οφέλη.

Είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε σχόλιο και πρόταση.

H διαχειριστική ομάδα

“Όταν πιάνω τον εαυτό μου να στραβώνει
το στόμα όταν μες στην ψυχή μου είναι
Νοέμβρης υγρός, που ψιλοβρέχει, όταν
πιάνω τον εαυτό μου να σταματάει άθελα
μπρος σε φερετροπωλεία και να γίνεται ουραγός
κάθε κηδείας που συναντώ και ειδικά όταν οι
υποχονδρίες μου με κυβερνούν τόσο, που χρειάζεται
ένας δυνατός ηθικός φραγμός να με εμποδίσει να
βγω επίτηδες στο δρόμο και μεθοδικά να ποδοπατάω
τα καπέλα του κόσμου – τότε θεωρώ πως ήρθε πια η
ώρα να μπαρκάρω, όσο πιο γρήγορα μπορώ.”
                           
Ναύτης Ισμαήλ

(από την ποιητική συλλογή "ΔΟΚΙΜΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ")

Τo βιογραφικό μου!!

Το βιογραφικό του Δ. Λιοσάτου όπως το συνέταξε ο ίδιος λίγους μήνες πρίν φύγει από την ζωή.

"Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1952, έζησα 30 χρόνια στα Γρεβενά και πρόσφατα επέστρεψα στην γενέθλια πόλη. ΄Έκανα σπουδές κτηνιατρικής στη Θεσσαλονίκη.

Το 1997 εξέδωσα στην εκδοτική “ΕΠΑΦΗ” της Πτολεμαίδας την ποιητική συλλογή «Η ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ». Θεωρώ τη ζωή όλων μας μία διαδοχική κίνηση γεμάτη πάθη. Καμία πρόκληση δε με αφήνει ασυγκίνητο όπως και καμία εξαιρετική γυναικεία παρουσία. Πρέπει να γνωρίζεις πως υπάρχουν πολλοί τρόποι να καταπιείς μία συγκίνηση. Μου αρέσει η νύχτα γιατί είναι παγγιώδης και μυστήρια. Οι πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου – όπως λέει και ο φίλος μου Η. Λογοθέτης – είναι οι νυκτομηνίες. Αντίθετος πάντα με κάθε λογής εξουσίες και «αρχηγούς». Σήμερα εκτός από την μακροχρόνια συμμετοχή στην Οδύσσεια της Αριστεράς και την αέναη παρακολούθηση της ζωής ανάμεσα από την προσμονή ανατολής του φεγγαριού και το σβήσιμο του ήλιου το απόβραδο ασχολούμαι και με το γράψιμο μικρών ιστοριών, τον πολιτισμό και την καθημερινότητα στην πόλη και συμβουλεύω (μαλακίες) θεσμικά υποκείμενα (Χα! Χα!) περί των σχέσεων των ανθρώπων του ξεσφραγίσματος μηνυμάτων από μπουκάλια που ξεβράζει η θάλασσα και λέω τις απόψεις μου για την έβδομη τέχνη. Αυτά. "



ΔΠΛ

Γιατί αυτό το Mπλογκ?

Ο Δημήτρης Λιοσάτος είναι αναμφίβολα μια από τις τραγικότερες μορφές της σύγχρονης Ελλάδας.

Η καθαρότητα του πνεύματος , η ευρύνεια, διαυγής πολιτικός του λόγος είναι στοιχεία που σύντομα θα συζητηθούν.

Ο σκοπός αυτού του ιστολογίου είναι να συμβάλει κατά το μέρος που αυτό είναι δυνατόν, στη διαδοση των λόγων του ...

Εδώ θα παρουσιάζονται, θα αναρτώνται για να είμαστε πιο σωστοί, ποιήματα και σκέψεις του Δημήτρη Λιοσάτου .

Είμαστε στη διάθεση σας για κάθε σχόλιο!

Ευχόμαστε καλή περιήγηση!

(Διαβάστε τον λόγο δημιουργίας αυτού του ιστότοπου εδώ.)

Η ακραία πολιτική υγεία του Δημήτρη Λιοσάτου


15.04.2010 

του Δημήτρη Α. Σεβαστάκη*

Ο Δημήτρης Λιοσάτος ήταν πολιτικά λαχανιασμένος. Δεν του αρκούσε η σημερινή Αριστερά, δεν του έφτανε ο χρόνος. Γι’ αυτό πύκνωνε το χρόνο. Ανέπτυσσε δράσεις σε πολλά μέτωπα, σε πολλές γλώσσες και εκφραστικά επίπεδα. Ποίηση, αθλητισμός, σινεμά, πολιτιστικός ακτιβισμός. Πίστευε στην πολιτιστική διάχυση, όχι την εκλαΐκευση. Στις τοποθετήσεις του ήταν προσεκτικός, δουλεμένος, γραπτός και λόγια θυμωμένος.

Οι θέσεις του συνέθεταν διαφορετικές αριστερές παραδόσεις. Πατούσε σε μια πολύπλευρη ανανεωτική Αριστερά και παράλληλα σε μια οξύτατη, κριτική Αριστερά. Δεν του άρεσαν τα εύκολα σχήματα και οι πολιτικές πόζες. Ξεχώριζε το άδειο μάτι, διέκρινε την ιδιοτέλεια – την ηλιθιότητα πάνω από όλα. Στο τμήμα πολιτισμού του ΣΥΝ έρχονταν με τη σύντροφό του, Φρόσω, και τη μέριμνα. Τον παρατηρούσα προσεκτικά: ήταν συνοφρυωμένα γελαστός. Σαν να υπονόμευε και τις δύο εκφράσεις. Συνεπές για τον πολιτικό χαρακτήρα του: πίστευε, αλλά συγχρόνως διέκρινε. Είχε τη φλόγα του ιδεολόγου, αλλά και το ρεαλισμό του «περπατημένου».

Δεν νομίζω ότι μετρίαζε την κριτική του με δεύτερες σκέψεις. Ήξερε το προσωπικό όριο που πατούσε και του φαινόταν εξαιρετική πολυτέλεια η αυτοσυντήρηση, πολύ περισσότερο, η πολιτική καριέρα. Παρ’ όλα αυτά, ήθελε. Ήθελε απελπισμένα το Άλλο, το Διαφεύγον, το Ηθικό. Είχε συγχρόνως και το βαθύ καημό του συντρόφου και την απόκρημνη λύπη του διαψευσμένου.

Νομίζω ότι πρόσωπα μιας τόσο ιδιότυπης ποιότητας, πρόσωπα που μπορούν να «επωφεληθούν», αλλά ένας βαθύτατος πολιτικός αριστοκρατισμός τα εμποδίζει, δεν λείπουν από την Αριστερά. Εκλείπουν, όμως, από τα συλλογικά ζητούμενα. Γι’ αυτό (ή και γι’ αυτό) η φυγή τού Λιοσάτου είναι, κυρίως, ήττα και όχι πένθος.


* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.

Πηγή: http://www.e-dromos.gr/η-ακραία-πολιτική-υγεία-του-δημήτρη-λι/

Ταξιδιώτες που διέσχιζαν την ποίηση


Σάββατο, 27 Μαρτίου 2010

Την 23η Μαρτίου προς το βράδυ άρχισε η βροχή.
Ο Ντράγκισα, ζωγράφος και ποιητής από τη Σερβία, εφήμερος κάτοικος Θεσσαλονίκης, με έδρα του διπλού επιδεύματός του το Τριγωνικό Κοζάνης (για λόγους αποφυγής του ασφαλειοκτόνου ΤΕΒΕ), έστησε το σκηνικό του. Στις βαλίτσες ασυνόδευτες ταξιδιού, για την οικονομία του σκηνικού (από το «Τσάι στη Σαχάρα!») νερό, αλάτι, γιαούρτι, εργαλεία της τέχνης του, ένα τάπερ και ένα κομμάτι μαύρο ψωμί. Στη μέση του φύτεψε ένα κερί. Κάτι σαν σπονδή στους πεθαμένους ποιητές
«Είμαι στην Καστοριά/ κάθομαι στο Café Bar/ κοντά στη λίμνη//Στο νερό της λίμνης/οι χήνες παίζουν το παιχνίδι τους/Διαβάζω ποιήματα/Γράφω ποιήματα/(τα χαρίζω στις κοπέλες/που περνάνε από δίπλα μου)//Εχ, καμιά δεν βλέπει τη νιότη μου/Αχ! Την κρατώ στη καρδιά/σκεπασμένος με δέρμα βιζόν/από μικρά κομματάκια/από διαφορετικά χρώματα//Ολα τα έγραψα/ και με το φωτογραφικό/όλα τα παρουσιάζω/στην ποιητική βραδιά/που αρχίζει 8,30 μ.μ/στην παράσταση στο ΚΤΕΛ.
-Γιώργο, πάρε με. Ντράγκισα. Μου χρωστάς 200 ευρώ...
Αίθουσα αναμονής του ΚΤΕΛ Κοζάνης»
............................
Οι επιβάτες με τις βαλίτσες και τα μπαγκάζια τους από τη Θεσσαλονίκη έφτασαν, αυτοί που θα αναχωρούσαν για Αθήνα μαζεύονταν. Περνούσαν ανάμεσα από το διάδρομο που άφησαν οι ακροατές, σοβαροί, αμήχανοι (τι είναι αυτό που γίνεται εδώ πέρα, τι είναι αυτά που διαβάζουν κι ακούν, σε τι μουσική χάνονται;) κι ακολουθούσαν τον προορισμό της μοίρας ή του ταξιδιού τους. Ηταν ένα αυθόρμητο, ζωντανό και διαρκές σκηνικό που παρόμοιό του ούτε ο κ. Θ. Αγγελόπουλος δε θα μπορούσε να στήσει.
Κι ήταν σαν να διέσχιζαν την ποίηση ζωντανή.
Την οποία και σε διάστημα μιας ώρας και κάτι, διεξήλθαν με τις αναζητήσεις τους πολίτες της πόλεως κανονικοί και με τα όλα τους οι: Σάκης Καρανάνος, Αννα Αγγέλη, Δουγαλής Γρηγόρης, (έκανε συνεχώς και τον πορτέρη εισόδου εξόδου), Ελένη Χασιώτη (μαθήτρια της α’ Λυκείου), Τάσα Βλάτσα, Κοραλί Μπαρμπέν, Γ. Δελιόπουλος, Γλύκα Διονυσοπούλου, Μιχάλης Πιτένης, Σίσσυ Τσιομπάνου, Κατερίνα Μαυροδή, το αναγνωστικό τρίο Κλέλια Κουγιουμζίδου, Μάριος Μόρος, Σβώλη Αθανασία, η κ. Θοεδωρίδου γειτόνισσα στο ΚΤΕΛ και κατά το μισό της Δραμινή, Λευτέρης Ελευθεριάδης, Δημήτρης Τσιμπέρης, Κούλα Καλογερίδου, Παναγιώτης Μπετσάκος, Γιάννης Παπαϊωάννου, Στάθης Νατσιός. Στο φλάουτο ο Νίκος Παπαπαρασκευάς από το Ωδείο του Δ. Δημόπουλου. Προϊστάμενος χειροκροτημάτων ο κ. Σάββας κι επόπτης της εκδήλωσης ένας αλλόκοτος νέος με ειδικές αισθητικές ανάγκες, μάτια γαλάζια γουρλωτά και πείνες αχόρταγες με μια πέπσι στο χέρι. Αυτοί ήταν οι συντελεστές του ποιητικού συντελεσθέντος που διοργάνωσαν το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και περιχώρων και το περιοδικό «Παρέμβαση» Κοζάνης και περι-πόλεων. Πλήθος από αβλαβείς και καλών προθέσεων άνθρωποι (ταξιτζίδες, οδηγοί λεωφορείων, υπάλληλοι του ΚΤΕΛ, μαζί με το ευσεβές κι ωραίο ακροατήριο παρακολουθούσαν και ζούσαν κάπως την τελική φάση της τριήμερης, ποιητικής διεγέρσεως.
9.40 η κ. Ράνια Μπατσίλα επί των εισιτηρίων ανήγγειλε στο μεγάφωνο πως:
-Το λεωφορείο των 10 παρά τέταρτο για Σέρβια, Λάρισα, Λαμία, Αθήνα αναχωρεί...
Η ποίηση στάθηκε σ’ ενός λεπτού σιωπή για εκείνους που ταξιδεύουν γενικώς και χειροκρότησε.
Η ποίηση και το ταξίδι (που ήταν και το θέμα της βραδιάς) δεν έχουν ορίζοντα. Λίγο πίσω στην άλλη αίθουσα αναμονής ένας εντεταλμένος, αδιάφορος για ό,τι γινότανε δίπλα του, δίπλωνε την εφημερίδα της Καστοριάς «Ορίζοντες»για να την έχει έτοιμη για διανομή. «Ο καθεiς και τα όπλα του”.
***
Τον αθεόφοβο...
Τι σκηνικό μου έστησε χωρίς να ξέρει! Χαλάλι η μπύρα το προηγούμενο βράδυ στο καφέ-Γκάλερι όπου ξασάλωσαν (κάποιοι) από τους νεαρούς ποιητές με τα αθ(χ)υροστομίες τους· σιγά μην είναι ποίηση αυτό, αλλά αυτοί έτσι νιώθουν ότι διέρχονται άνετοι κι ωραίοι το εξεγερσιακόν κι εγερσιακόν καθεστώς της νεότητας. Εκεί έπαιζε μουσική ωραιότατη δική του ο νεαρός Γιάννης Παπαδημητρίου (να μη ξεχάσω να του ζητήσω το σιντί).
.......................
Ωστε για τους νεκρούς ποιητές λοιπόν ήταν το σκηνικό του Σέρβου;
Από νωρίς ο φίλος Αντώνης Παπαβασιλείου μου είπε στο τηλέφωνο το νέο. Ο Λιοσάτος (Δημήτρης) πέθανε! Εντελώς. Αντε πάλι «Ημίν τοις φίλοις πένθος…». Που θα πάει αυτό δηλαδή, αν και όλοι προς τα κει πάμε, αλλά κάποιοι πάντα προηγούνται ότι «ο θάνατος νωρίς νωρίς τους είχε σημαδέψει» (και συμμαζέψει). Μην είναι και οι καλύτεροι ή ν’ αρκεστούμε στο «ον θεός φιλεί κ.λπ.».
Και τώρα; Τι τώρα; Περίλυποι όσο μας παίρνει η απόσταση και η απόσπαση του τόπου γράφουμε πως:

Ο Δ.Λ. γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952. Εζησε στα Γρεβενά για 30 χρόνια, διέπρεψε στον πολιτισμό της πόλεως αυτής. Εφυγε στην Αθήνα. Βολεϋμπολίστας δεινός (δεν το ήξερα αυτό). Χρόνια είχε το βάρος στην καρδιά του. Αλλά ποτέ στα κάτω του, ακόμα κι όταν εφαπτότανε με τη γη από τον πόνο. Πολλές φορές μετείχε στις δικές μας βραδιές ποίησης, φίλος καλός κι αγαπημένος, όπως κι η Φρόσω του, η οποία όταν διάβαζε σε μια παρόμοια βραδιά την «Ψυχούλα» του Σολωμού είχε την αλαφράδα και τη γοητεία θλιμμένης πεταλούδας. Δημοσίευσε δύο ποιητικές συλλογές. Την πρώτη του «Η χρονιά που έχασε την άνοιξή της» (εκδ. Επαφή, Πτολεμαίδος 1997) την έψαξα κι εγώ μια βραδιά στα Γρεβενά και την άλλη, σε δύο μάλιστα εκδόσεις, «Δοκίμια θανάτου» (Κάκτος 2005) λογαριάζαμε να την παρουσιάσουμε στη Θεσσαλονίκη εδώ και λίγα χρόνια. Ομως κατά καιρούς τον γονάτιζαν διάφοροι πόνοι και ξεχάστηκε το θέμα. Μου μένει αδιάβαστο, θλιμμένο αμανάτι το κείμενο που έγραψα σε απεγνωσμένη τρυφερότητα διατελών.
Εχθές το βράδυ ονειρεύτηκα
ένα ναυάγιο
ξύλινο με πανιά και σημαία
όπως παλιά.
Ξέβρασε δύο πτώματα
ανοικτά της Παταγωνίας
νότια της νύχτας-
εκεί που σμίγουν ερωτικά
ο Ατλαντικός και ο μέγας Ειρηνικός
τα σώματα τους
-Βόρεια του χρόνου-
και τα ρεύματά τους
τα φέραν στο κατώφλι του σπιτιού μας
δυτικά της ανάσας
αλλά τα φέραν.
Εικόνα του καπετάνιου Αχαμπ
όπου την άσπρη φάλαινα
κυνήγαγε σε όλα τα μήκη
και τα πλάτη του κόσμου
-βόρεια και νότια και δυτικά-
κι ας ήτανε στ’ αλήθεια
κι ας ήταν ισχυρά παραμύθια
σαν τον ιδρώτα του χιονιού.
Υπήρχε μόνο ο θάνατος
-και η συνείδηση-
κι αυτούς είχε βάλει στο κατόπι
να τους νικήσει σαν τον Διγενή
Μάταια όμως
Η θάλασσα δεν έχει μαρμαρένια αλώνια να πατάς.
.............................
Καλό ταξίδι αγαπημένοι.
.......................
Ολοι πρέπει να έχουμε μέσα μας
χώρο για ένα φάντασμα. Οι Ελληνες
υποδέχονται την ανάσταση με τουφεκιές.
Από το ποίημά του «Ηλθε το πλήρωμα του χρόνου» του.
Υ.Γ. 1 Τώρα που σημειώνω αυτά στο Τρίτο Πρόγραμμα παίζει του Σάμιουελ Μπάρμπερ το «Αντάτζιο για έγχορδα»
ΥΓ. 2 Την επαύριον από το καφενείο του ΚΤΕΛ αποχαιρετούσα τις βαλίτσες που αποτελούσαν το ντεκόρ της προηγουμένης. Οπως αποχαιρετάς ένα δικό σου πρόσωπο, μια εποχή που κυλίεται σε μια άλλη ανεπαισθήτως ή ένα φίλο, ξεχασμένο από καιρό και ξαφνικά σου προκύπτει με την εκκωφαντική παρουσία του θανάτου και τότε μουδιάζουν οι άκρες των δακτύλων σου, ένα συμβάν που από χρόνια σου θυμίζουν τα κεριά που καίγονται στις εξωνάρθηκες θέσεις πως σώματα ανθρώπων είναι κι αυτά που λιώνουν.

Πηγή: http://iparemvasi.blogspot.gr/2010/03/blog-post_27.html